ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ

Ανδρική στειρότητα και ομοιοπαθητική

Κατηγορίες: Παθήσεις
Εικόνα Άρθρου
 
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΠΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ

Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα ζευγάρια είναι η αδυναμία τεκνοποίησης. Είναι ένα πρόβλημα με πολλές παραμέτρους και πολλές επιπτώσεις, για την επίλυση του οποίου η αλλοπαθητικη ιατρική καταφεύγει σε λύσεις επεμβατικές συνήθως, που τις παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία. Δυστυχώς οι λύσεις αυτές, πολλές φορές αποδεικνύονται ατελέσφορες αν και ιδιαίτερα δαπανηρές.

Η ομοιοπαθητική ιατρική, πολλές φορές έχει αποδειχθεί επιτυχής στην αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος. Εδώ θα ασχοληθούμε με το σκέλος που αφορά στον άνδρα, δηλαδή με την ανδρική στειρότητα, παρουσιάζοντας εν συντομία κάποιες αιτίες της, μια και είναι σημαντικό να γνωρίζουμε αν η αιτία είναι αντίμετωπίσιμη χειρουργικά ή αν χρειάζεται φαρμακευτική ή άλλη αγωγή.


Ενα ζευγάρι λέγεται ότι είναι στείρο εάν δεν επέλθει κύηση μετά από 1 έτος φυσιολογικής σεξουαλικής δραστηριότητας χωρίς βέβαια καμιά αντισυλληπτική προστασία. Περίπου το 10% των ζευγαριών είναι στείρα.

Κατά ορισμένες στατιστικές το ποσοστό της ανδρικής στειρότητας μεταξύ των ζευγαριών που προσέρχονται στο ιατρείο για αδυναμία σύλληψης, φθάνει μέχρι και 40%.

Όταν λέμε ανδρική στειρότητα, εννοούμε μια μόνιμη ή προσωρινή αδυναμία γονιμοποιήσεως του ωαρίου από το σπερματοζωάριο.

Εκτός των περιπτώσεων που το πρόβλημα είναι εντοπισμένο στις λειτουργίες της στύσης και της εκσπερμάτισης, ο κύριος παράγοντας είναι το σπέρμα και πιο συγκεκριμένα η ποσότητα ή η ποιότητα του.

'Οταν υπάρχει πρόβλημα τεκνοποίησης, καλό είναι να αρχίζει ο έλεγχος από τον άνδρα, μια και οι σχετικές εξετάσεις είναι απλές και λιγότερο δαπανηρές από τις αντίστοιχες για τον έλεγχο του γυναικείου γεννητικού συστήματος.

Αναζητώντας τα αίτια της ανδρικής στειρότητας διακρίνουμε τις εξής μεγάλες κατηγορίες:

1. ΟΡΜΟΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ
Αυτές μπορεί να επιδράσουν στην λειτουργία των όρχεων, ιδιαίτερα αν εμφανιστούν πριν την ήβη.

2. ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΡΧΕΩΝ
Εδώ συναντάμε τα συχνότερα προβλήματα. Οι όρχεις μπορεί να δεχθούν επιδράσεις από παθήσεις διαφόρων συστημάτων του οργανισμού, εξωτερικούς παράγοντες και πολλές φορές από άγνωστα αίτια.
Στην κατηγορία αυτή μπορεί να συναντήσουμε:

  • Κρυψορχία, κιρσοκήλες ή εκτοπικούς όρχεις.
  • Χρόνια εμπύρετα νοσήματα με πυρετό πάνω απο 40° Ο
  • Συνθήκες που δημιουργούν εξωτερική υπερθέρμανση των όρχεων.
  • Ακτινοβολίες από διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς λόγους.
  • Χρήση αλλοπαθητικών φαρμάκων, π.χ. κυτταροστατικά, ορισμένα αντικαταθλιπτικά.
  • Έκθεση σε ορισμένες ουσίες όπως η ανιλίνη, ο μόλυβδος και ο κασσίτερος.
  • Ενδοκρινολογικές παθήσεις όπως υπέρ - ή υποθυρεοειδισμός, διαταραχές λειτουργίας επινεφριδίων, σακχαρώδης διαβήτης, παχυσαρκία.
  • Υποσιτισμός και αβιταμινώσεις.
  • Χρήση ναρκωτικών.
  • Κατάχρηση καφέ και οινοπνευματωδών.

    3. ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ ΤΩΝ ΕΚΦΟΡΗΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΕΝΝΗΤΙΚΩΝ ΑΔΕΝΩΝ
    Αυτές προέρχονται από φλεγμονές, τραύματα ή ανωμαλίες στη διάπλαση και εμποδίζουν την πορεία των σπερματοζωαρίων.

    4. ΨΥΧΟΓΕΝΕΙΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ
    Κατά ορισμένες στατιστικές φθάνουν μέχρι 10%. Μπορεί να επηρεάσουν τη φυσιολογική παραγωγή του σπέρματος, τη στύση ή την εκσπερμάτιση.

    Μια άλλη κατηγορία ασθενών που έχουμε παρατηρήσει και της οποίας δεν έχει γίνει ως τώρα κάποια συστηματική καταγραφή και μελέτη, αποτελείται από τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες ενώ έχουμε ικανοποιητική εργαστηριακή εικόνα στο σπέρμα του ασθενούς, εντούτοις έχουμε αδυναμία σύλληψης, σαν δηλαδή το σπέρμα να έχει χάσει τη γονιμοποιητική του δυνατότητα. Προφανώς δεν μπορεί να δοθεί σίγουρη απάντηση σε αυτό το περίεργο* πρόβλημα. Πιθανότατα όμως να έχουμε να κάνουμε με κάποιο γενικότερο ίσως, λειτουργικό πρόβλημα του οργανισμού του ασθενούς, μη δυνάμενο στην παρούσα φάση να ανιχνευθεί στο εργαστήριο.

    * Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν είναι καθόλου σπάνια η ασυμβατότητα εργαστηριακών δεδομένων και κλινικής εικόνας του ασθενούς. Πόσο συχνά άλλωστε ο πάσχοντας δεν ακούει από τον ιατρό του το "φύγε, δεν έχεις τίποτε!" απλά γιατί τα εργαστηριακά ευρήματα είναι αρνητικά ή γιατί τα συμπτώματα του ασθενούς δεν μπορούν να υπαχθούν σε κάποια από τις καταγεγραμμένες κλινικές οντότητες. Αυτή λοιπόν η υπερεκτίμηση των κάθε λογής εργαστηριακών εξετάσεων και δοκιμασιών του ασθενούς μαζί με τα συμπαρομαρτούντα προβλήματα, θα μας απασχολήσουν σε προσεχή τεύχη μας.

    Η συμβατική αντιμετώπιση του προβλήματος περιλαμβάνει:

  • Χειρουργική θεραπεία και όταν βέβαια υπάρχει σαφής ένδειξη της τότε τα αποτελέσματα είναι αρκετά καλά.
  • Αντιβιοτική αγωγή όταν υπάρχουν σχετικές με το πρόβλημα οξείες, υποξείες ή χρόνιες λοιμώξεις π.χ. προστατίτιδα κ.λπ.
  • Ορμονοθεραπεία όταν υπάρχουν ορμονικά προβλήματα. Τα αποτέλεσμα της είναι συνήθως πτωχά.
  • Αλλαγή ή άρση αρνητικών για τη σπερματογέννεση καταστάσεων ή αποφυγή αρνητικών παραγόντων κ.λπ. Ήδη από την παραπάνω αδρή παράθεση των αιτιών της ανδρικής στειρότητας, φαίνεται η ανάγκη της ολιστικής προσέγγισης του προβλήματος που μόνο η Ομοιοπαθητική Ιατρική μπορεί να προσφέρει. Ο ομοιοπαθητικός γιατρός θα δώσει οδηγίες για την εργαστηριακή διερεύνηση, μέσα στην οποία περιλαμβάνεται και εξέταση σπέρματος (σπερμοδιάγραμμα) και θα πάρει το αναλυτικό ιστορικό του ασθενούς.

    Σ' αυτό θα διευρυνθούν κατ' αρχήν οι επαγγελματικές συνθήκες. Οι επαγγελματίες οδηγοί αυτοκινήτου, οι εργαζόμενοι σε υψηλή θερμοκρασία ή στη βιομηχανία χημικών προϊόντων μπορεί να εμφανίσουν σχετικά προβλήματα. Το ίδιο ισχύει για όσους κάνουν καθιστική ζωή ή φορούν στενά εσώρουχα.

    Ο ασθενής θα ερωτηθεί για τις συνθήκες διατροφής του η οποία σημειοτέον παίζει σημαντικό ρόλο στις διαδικασίες παραγωγής και ωρίμανσης του σπέρματος, για ασθένειες που πέρασε (με ιδιαίτερη προσοχή στη γονόρροια και στη φυματίωση, που μπορεί να βλάψουν το γεννητικό σύστημα) και για αλλοπαθητικές θεραπείες.

    Στο ομοιοπαθητικό ιστορικό, το συγκεκριμένο πρόβλημα θα εξετασθεί σε όλες τις διαστάσεις του και κυρίως μέσα στο πλαίσιο της γενικότερης λειτουργίας του οργανισμού και σε άλλους τομείς, καθώς και σε σχέση με τις συγκεκριμένες συνθήκες ζωής του ατόμου, δηλαδή με ολιστικό τρόπο.

    Έτσι θα γίνει η ομοιοπαθητική διάγνωση και θα συστηθεί το κατάλληλο ομοιοπαθητικό φάρμακο. (Εννοείται βέβαια πως αν διαπιστωθεί χειρουργικό πρόβλημα, θα δοθούν οι κατάλληλες οδηγίες).

    Το ομοιοπαθητικό φάρμακο θα είναι κατάλληλο για την αντιμετώπιση της συνολικής και επιμέρους παθολογίας, σε αντίθεση με τις αλλοπαθητικές θεραπείες, οι οποίες σύμφωνα με τη μηχανιστική λογική τους, απευθύνονται μόνο στο επιμέρους πρόβλημα. Έτσι μπορεί να διαταράξουν τη γενικότερη λειτουργία του οργανισμού, και μια και είναι ουσιαστικά νέες και σχετικά αδοκίμαστες στο χρόνο, δεν γνωρίζουμε τις πιθανές μελλοντικές συνέπειες τους στην υγεία του ασθενούς και του παιδιού που θα γεννηθεί. Αντίθετα, το ομοιοπαθητικό φάρμακο δρώντας σε βάθος και εντελώς ακίνδυνα, εκτός της αντιμετώπισης του συγκεκριμένου προβλήματος οφελεί ποικιλότροπα τον οργανισμό, ανεβάζοντας το επίπεδο υγείας του, συνεισφέροντας στην καλύτερη δυνατή υγεία του μελλοντικού απογόνου, και στην αρμονική ζωή όλης της οικογένειας.

    Σε αυτό το σημείο κρίνουμε ότι είναι χρήσιμο αλλά και απαραίτητο να αναφερθούμε και στην πρόγνωση της διαταραχής με τη χορήγηση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου όπως αυτή προκύπτει από τις στατιστικές που καταρτίζει το ιατρείο μας, καθώς προχωρεί η μηχανογράφηση των αρχείων των ασθενών.

    Σύμφωνα λοιπόν με τα μέχρι στιγμής στοιχεία απο 107 περιπτώσεις ανδρών ασθενών που προσήλθαν στο ομοιοπαθητικό ιατρείο με κύριο πρόβλημα την ύπαρξη μη γόνιμου σπέρματος, στις 54 είχαμε θετικό αποτέλεσμα δηλαδή και εργαστηριακή βελτίωση των σπερμοδιαγραμμάτων των ασθενών αλλά και σύλληψη. Στις 17 περιπτώσεις είχαμε εργαστηριακή βελτίωση χωρίς όμως, τουλάχιστον ως τώρα, επίτευξη σύλληψης για αδιευκρίνιστους ως τώρα λόγους.

    Στις 14 περιπτώσεις είχαμε μικρή ή σχεδόν μηδενική βελτίωση στα σπερμοδιαγράμματα. Οι 10 απο αυτές τις περιπτώσεις αφορούσαν πλήρεις αζωοσπερμίες δηλαδή πλήρη ανυπαρξία σπερματοζωαρίων, καταστάσεις που συνδέονται κυρίως με συγγενείς δυσπλασίες των έσω γεννητικών αδένων ή ουλοποίησή τους μετά σοβαρές φλεγμονές της περιοχής όπως π.χ. επιδιδυμίτιδες ατελώς θεραπευθείσες ή μετά από νόσηση από λοιμώδη νοσήματα π.χ. παρωτίτιδα.

    Τέλος σε 22 περιπτώσεις δεν είχαμε πληροφορίες για την πορεία τους.

    Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι η ομοιοπαθητική θεραπευτική προσφέρει μια τουλάχιστον ενθαρρυντική εναλλακτική δυνατότητα στους άνδρες με μη γόνιμο σπέρμα και αν συνυπολογίσουμε την απλότητα τη μη τοξικότητα αλλά και την ολιοτικότητα της ομοιοπαθητικής μεθόδου, θεωρούμε ότι η θεραπευτική αυτή δυνατότητα αποτελεί θεραπεία πρώτης εκλογής στο πρόβλημα της ανδρικής στειρότητας.

    Δ. ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ: Ιατρού,
    Από το περιοδικό Ομοιοπαθητική Ιατρική, τεύχος 9


 



Σχετικά άρθρα

-